Πέμπτη 4 Απριλίου 2013

Προλογίζοντας την Παλατινή Ανθολογία του Ι.Ν. Κυριαζή




Στον ανήφορο της παιδικής ηλικίας, η πορεία μου προς τα γράμματα σκόνταφτε στα ηλιοβασιλέματα.Τ’ απογεύματα στο σχολείο, περισσότερο κι απ’ τον Οιδίποδα με βασάνιζε μια κόκκινη κιμωλία που μουτζούρωνε τα γραμμένα στον πίνακα - τυφλωμένος κι εγώ, μααπό το δράμα του ήλιου...Κι όπως κάνουν στα παιδιά για να μη δουν το τέλος ενός ανθρώπου, τραβούσε τις κουρτίνες ο καθηγητής κι έμενα μ’ ένα εξακολουθητικό υπερσυντέλικο φως να συνοψίζει το συσκοτισμένο μου μέλλον.
Ίσως γι’ αυτό αγάπησα τις λέξεις - γιατί αυτές δεν τέλειωναν ποτέ. Μα κι έτσι αβασίλευτες, ακηδεμόνευτες, μια χαρά κατάφερναν να κηδεύουν τα παιδικά μου μάτια, νιογέννητες αυτές, στα σπλάχνα των αρχαίων κοιμωμένων...,ήθελα να πω, κειμένων.
Η Παλατινή Ανθολογία έμεινε εν πολλοίς ανέγγιχτη από την εκπαιδευτική διαδικασία.Η τολμηρή της θεματολογία πιθανόν την κράτησε μακριά από τη σχολική ρουτίνα.Έτσι η επαφή μου μαζί της είχε κάτι από ανεπαίσθητο τρίψιμο ώμου σε κοριτσίστικο στήθος, ως υλικό κατοπινής ονείρωξης.
Τα επιγράμματα της Παλατινής τα είδα σαν συνθήματα των νεκρών στους πάλλευκους τοίχους του θανάτου, ερωτικά sms που ανταλλάσσουν χαμένα ζευγάρια στον Άδη, νεύματα αγάπης από σβησμένα πρόσωπα.
Ποιήματα μικρά μα κι απέραντα τρυφερά, παλιά μα κι απέθαντα, ολοζώντανοι ρυθμοί για έναν πένθιμο χορό της γλώσσας, δίστιχες ράγες δακρύων, αναπαλμοί καρδιάς στο στήθος άψυχων ονείρων · αυτό είναι για μένα η Παλατινή...
Σιγά-σιγά, μεταφράζοντας τα επιγράμματά της, άρχισα ν’ αγαπώ τους ποιητές της κι ιδιαιτέρως τους ανώνυμους, απ’ τους οποίους διασώθηκε μόνο η λάμψη κάποιου δίστιχου.Μ’ αρέσει να τους σκέφτομαι με σκοτεινό πρόσωπο να βουλιάζουν μες στους αιώνες ρίχνοντας πίσω τους χρυσά γράμματα, για να τους βρούμε...
Επειδή γνωρίζω πως πολλοί σημερινοί νέοι έχουν μιαν αίσθηση, όχι απλώς ανίας μα σχεδόν πνιγμού, ανάμεσα σε ναυαγισμένα κομμάτια λέξεων κι επιπλέουσες σανίδες γραμματικής-συντακτικού...
Επειδή υποψιάζομαι τουλάχιστον αδιαφορία, αν όχι αποστροφή, και σ’ αρκετούς εκπαιδευτικούς που μετρούν τις διδακτικές τους ώρες σαν μια φθονερή ποινή που επέβαλε εκείνος ο εξαφανισμένος αρχαίος χρόνος πάνω στο σύγχρονο της καθημερινής τους ζωής...
Επειδή η γνώση έφτασε να γίνει αντώνυμο της απόλαυσης μέσα στο σχολείο...
Αλλά κι επειδή ψηλαφώ ρινίσματα κατεργασμένης μαγείας πάνω στις αναπότρεπτες ρυτίδες εκείνων των ποιημάτων...
Επειδή οι ρυτίδες τους μοιάζουν περισσότερο με χαρακώματα απ’ όπου οι λέξεις δώσαν τη μάχη τους με τη σιωπή του χρόνου...
Επειδή, τέλος, ο αναστεναγμός δεν πρέπει να είναι ο μοναδικός τρόπος για να βγάζουμε την αναπνοή μας...
γι’ αυτούς τους λόγους προσπάθησα να μοιραστώ και μ’ άλλους την αγάπη μου για την Παλατινή, προσφέροντάς τους μια χούφτα τρίμματα ψυχής απ’τις σκισμένες τσέπες του Χρόνου .
Τα πρωτότυπα κείμενα συμβάλλουν σε μια γλωσσική μαγγανεία χωρίς τη στυφή γεύση της στάχτης.
Γιατί η στάχτη είναι η σκόνη του παλιού που επικάθεται στα προς στάχτη,άφθαρτα τάχα, μέλη της ύλης.
Τα γεννήματα εκείνα όμως είναι μια ανάερη ύλη που θα κυματούται εσαεί δονώντας τις φωνητικές χορδές όλων των εποχών.