Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2016

Τάκης Θεοδωρόπουλος, Τα ελληνικά ως κάτεργο

Και για να επανέλθω στην εκπαίδευση. Απέναντι σ’ αυτόν τον τρόπο διδασκαλίας ο μαθητής, όσο παραμένει υγιής, πριν μετατραπεί σε υπόδουλο των εισαγωγικών, είναι απολύτως φυσιολογικό να μισήσει τα αρχαία ελληνικά. Ξαφνικά βρίσκεται αντιμέτωπος με μια ξένη γλώσσα η οποία, σε αντίθεση με τα αγγλικά, δεν του είναι χρήσιμη ούτε στα αεροδρόμια ούτε για να περιηγηθεί στο Διαδίκτυο. Οι ώρες που ξοδεύονται είναι σαν τις ώρες του καταδίκου που περιμένει την αποφυλάκισή του. Κάποια ποινή εκτίει. Και για ποιο έγκλημα έχει καταδικασθεί;

- . - 

Φ​​ίλη μού έλεγε προχθές πως τα εγγόνια της, πρώτη και τρίτη γυμνασίου, δυσκολεύονται πολύ με τη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών. Κατ’ αρχάς, δεν υπάρχει γραμματική και συντακτικό – πού είσαι, Τζάρτζανε!

Όπως θα διαπιστώσει κανείς αν ανατρέξει στα βιβλία, τα φαινόμενα εξηγούνται με βάση τα αποσπάσματα κειμένων που διδάσκονται. Εμφανίζεται κάπου μια δοτική; Μαθαίνουν τη δοτική. Ενα τριτόκλιτο εδώ; Να σου και η τρίτη κλίσις. Ολα αυτά σε ένα πακέτο που περιλαμβάνει και εκμάθηση πολιτισμού, και εκμάθηση μιας γλώσσας η οποία έχει μεν ελληνικούς χαρακτήρες, είναι όμως γραμμένη σε μιαν αλλόκοτη για τα μάτια του δεκατριάχρονου μαθητή ορθογραφία. Στην αρχή των λέξεων ίπτανται κάτι πνεύματα, άλλα αριστερόστροφα και άλλα δεξιόστροφα, ορισμένα φωνήεντα δε τα καλύπτει ένα καλλίγραμμο συννεφάκι, που το λένε περισπωμένη.

Αν συνυπολογίσουμε σ’ αυτά και το επίτευγμα του κ. Μπαμπινιώτη, το γεγονός δηλαδή ότι έχει πείσει τους δασκάλους των ελληνικών –της σημερινής μας γλώσσας– ότι το πόνημά του είναι απαραίτητο εφόδιο για τη δουλειά τους, αντιλαμβανόμαστε το μέγεθος του προβλήματος. Το εν λόγω λεξικό περιστασιακά αναφέρεται στην ετυμολογία, από τις λέξεις δε και τη σημασία τους λείπει η καταγραφή της ιστορικής τους ύπαρξης, αγνοείται δηλαδή το αποθεματικό κεφάλαιο της γλώσσας μας, η λογοτεχνία. Λογικόν. Διότι, πλην του κόπου που προϋποθέτει η αναζήτηση των γραπτών πηγών, ο λεξικογράφος θα ήταν αναγκασμένος να εντρυφήσει και στο περιβάλλον της καθαρευούσης, είδους που αντιμετωπίζεται ως παραβίαση του δημοκρατικού συντάγματος της εκπαίδευσης. Οι λέξεις παράγονται βάσει κανόνων που έχει εκπονήσει ο απόλυτος άρχων της, ο γλωσσολόγος, αντιστοίχως δε και η ορθή χρήση τους.

Για να εικονογραφήσω την κατάσταση, λέω ότι τα ελληνικά που διδάσκουν στον σύγχρονο έφηβο έχουν την ίδια σχέση με τα αρχαία που έχουν οι εργολαβικές πολυκατοικίες των Αθηνών με τον Παρθενώνα. Συνυπάρχουν στο λεκανοπέδιο και κοιτάζουν ο ένας τον άλλον σαν δύο ξένοι που δεν καταλαβαίνει ο ένας τον άλλον, για κάποιους λόγους όμως είναι καταδικασμένοι να συγκατοικούν. Αισθητική ασυνεννοησία στην οποία, ως γνωστόν, πολλά οφείλει η συλλογική ψυχασθένεια των κατοίκων της πρωτεύουσας.

Και για να επανέλθω στην εκπαίδευση. Απέναντι σ’ αυτόν τον τρόπο διδασκαλίας ο μαθητής, όσο παραμένει υγιής, πριν μετατραπεί σε υπόδουλο των εισαγωγικών, είναι απολύτως φυσιολογικό να μισήσει τα αρχαία ελληνικά. Ξαφνικά βρίσκεται αντιμέτωπος με μια ξένη γλώσσα η οποία, σε αντίθεση με τα αγγλικά, δεν του είναι χρήσιμη ούτε στα αεροδρόμια ούτε για να περιηγηθεί στο Διαδίκτυο. Οι ώρες που ξοδεύονται είναι σαν τις ώρες του καταδίκου που περιμένει την αποφυλάκισή του. Κάποια ποινή εκτίει. Και για ποιο έγκλημα έχει καταδικασθεί; Είναι απλό: γεννήθηκε Ελληνας, και επειδή γεννήθηκε Ελληνας πρέπει να μιλάει ελληνικά.

Ολοι κάνουμε ό,τι μπορούμε για να συνηθίσουμε από μικροί στη ζωή στο κάτεργο.

Λυπούμαι, αλλά αν είναι να κάνουμε τους σημερινούς εφήβους, όπως και τους χθεσινούς και τους προχθεσινούς, να μισήσουν τα αρχαία ελληνικά, καλύτερα να μην τους τα διδάσκουμε. Ετσι υπάρχει κάποια ελπίδα, κάποια μέρα, αν και όταν ωριμάσουν, να ενδιαφερθούν γι’ αυτό το σημαντικό κεφάλαιο του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Υπενθυμίζω ότι βάσει της έρευνας του διαNΕΟσις του κ. Δασκαλόπουλου, οι πατεράδες και οι μανάδες αυτών των παιδιών πιστεύουν, στη συντριπτική τους πλειονότητα, πως η Ευρώπη έχει ωφεληθεί πολιτισμικά από την Ελλάδα. Πιστεύουν πως έχει ωφεληθεί και οικονομικά, αλλά αυτό είναι μάλλον της αρμοδιότητος των ειδικών ψυχιάτρων.

Γνωρίζω ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνον ελληνικό. Το ζήτημα της διδασκαλίας των κλασικών γραμμάτων (ελληνικά και λατινικά) στη Μέση Εκπαίδευση είναι μία από τις καίριες παραμέτρους της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Και το αλλοπρόσαλλο είναι ότι οι ίδιοι προοδευτικοί που ζητούν την κατάργησή τους εξεγείρονται αμέσως μετά, διότι θεωρούν ότι η Ευρώπη έχει πάρει λάθος δρόμο διότι στο μυαλό της δεν έχει πάρεξ το ευρώ. Μα αν της αφαιρέσεις την κλασική παιδεία και τον χριστιανισμό, τότε τι κοινό μένει εκτός από το νόμισμα; Η μακαρίτισσα Ζακλίν ντε Ρομιγί ώς την τελευταία ημέρα της ζωής της έδινε μάχες για την υπεράσπιση της διδασκαλίας των κλασικών γραμμάτων. Είχε διδάξει σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης και έγραψε πως ψυχολογικά δεν θα είχε αντέξει, Εβραία ούσα, στη γερμανική κατοχή, αν δεν είχε διδάξει πριν τους λόγους του Λυσία στο λύκειο.

Ανάμεσα στην έπαρση και την ταπείνωση. Χειρότερα ακόμη: ταπεινωμένοι από την ίδια μας την έπαρση. Αν είχαμε στοιχειώδη εθνική συνείδηση, κατά συνέπεια γλωσσική και πολιτισμική συνείδηση, εμείς πρώτοι θα είχαμε επινοήσει πρότυπους τρόπους διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών, αλλά και των δύσμοιρων παρ’ ημίν συγγενών τους, των λατινικών. Καταργήσαμε την καθαρεύουσα, που μας προσέφερε τόσες δυνατότητες εξοικείωσης με την κλασική γραμματεία, γλώσσα της σύγχρονης κλασικής γραμματείας κι αυτή, διότι δεν μας άρεσαν αυτοί που τη μιλούσαν. Μας έπεφταν συντηρητικοί.

Και απορρίψαμε ό,τι κλασικό, ακόμη και την αριστεία, ακολουθώντας την πεπατημένη της μετανεωτερικής Ευρώπης. Δεν μπορέσαμε να σηκώσουμε το συμβολικό βάρος που η ίδια αυτή Ευρώπη μας ανέθεσε για να γίνουμε μέλη της. Διαβάζουμε Μπαντιού, αλλά ξεχάσαμε τους Κοραήδες και τους Συκουτρήδες μας. Η κλασική παιδεία σού μαθαίνει να απαιτείς από τον εαυτό σου σκέψεις και συμπεριφορές που σε ξεπερνούν. Και η Ελλάδα απεμπόλησε το δικαίωμα να απαιτεί από τον εαυτό της.Έντυπ


Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2016

Το τραύμα του σχολείου

To κείμενο που ακολουθεί προέρχεται από το μπλογκ της Ιφιγένειας Πανέτσου και εκφράζει τις προσωπικές της πεποιθήσεις. Έχοντας διδάξει αρκετά χρόνια στα δημόσια σχολεία και έχοντας την τύχη να δουλέψω φέτος σε Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας, διαπιστώνω ότι συχνά το σχολείο μπορεί να λειτουργήσει ως μηχανισμός καταστροφής της προσωπικής αξίας ενός ανθρώπου (βέβαια, μπορεί να ισχύει και το αντίθετο σε ορισμένες περιπτώσεις). Ένας όμως από τους λόγους της σχολικής αποτυχίας και το ότι οι ενήλικες μαθητές που έχω φέτος παράτησαν το σχολείο τους, όταν ήταν παιδιά, είναι ότι ένιωθαν παραγκωνισμένοι, ανεπιθύμητοι, παρεξηγημένοι, τιμωρημένοι και παραμελημένοι από τους δασκάλους τους, τους καθηγητές τους και το όλο σχολικό περιβάλλον...




 Το σύγχρονο Ελληνικό σχολείο- ιδιωτικό και δημόσιο- είναι ένας σοβαρός μηχανισμός καταστροφής της προσωπικής αξίας του κάθε ανθρώπου και της φυσικής του παρόρμησης για μάθηση, για συνεργασία, για συμμετοχή σε ομάδες. Καταστρέφει το ομαδικό πνεύμα, την δυνατότητα για συνεργασία και αλληλεγγύη. Διδάσκει ότι μόνο ο πρώτος έχει αξία. Πρέπει να είσαι πρώτος και να δουλεύεις μόνος.

Αν βγεις στον πηγαιμό για τις σπουδές, να εύχεσαι να σώσεις την αυτοεκτίμηση σου.
Διαβάζοντας τις θεωρίες για τον τρόπο που μαθαίνει ο άνθρωπος, τις θεωρίες για τα στάδια ανάπτυξης του ανθρώπου, τις ανάγκες του και τις δυνατότητες του σε κάθε στάδιο, μαθαίνεις ότι ο άνθρωπος μαθαίνει μέσω της μίμησης και μέσω του βιώματος. Επίσης μαθαίνεις, ότι η επίκριση και ο φόβος κάνουν τον άνθρωπο να μην μπορεί να μάθει. Αυτές είναι γνώσεις που παίρνουν όλοι όσοι γίνονται εκπαιδευτικοί, δάσκαλοι ή καθηγητές. Και τότε έρχεται μια προφανής απορία “Γιατί το εκπαιδευτικό σύστημα, δεν ακολουθεί αυτούς τους κανόνες”.
Φανταστείτε να έπρεπε τα παιδιά να μάθουν ποδήλατο στο σχολείο. Θα έπρεπε πρώτα να μάθουν όλους τους νόμους της φυσικής απέξω και την ιστορία του ποδηλάτου και ίσως ποτέ να μην ανέβαιναν σ ένα πραγματικό ποδήλατο.
Η σοβαροφάνεια που διέπει όλο το σύστημα διδασκαλίας, εξυπηρετεί πρωτίστως την ανάγκη της εκπαιδευτικής κοινότητας – μέσα κι έξω από τις αίθουσες, πίσω από τις κλειστές πόρτες των υπουργείων- να υπερασπιστεί την σπουδαιότητα της και καθησυχάζει την αγωνία της για την διατήρηση του ελέγχου.
Αλλιώς πώς να εξηγηθεί όλη αυτή η περιττή ανοησία γύρω από βασικές γνώσεις, οι οποίες αν δίνονταν στα παιδιά μ έναν απλό και βιωματικό τρόπο θα τα μάθαιναν όλα αμέσως.
Το σύγχρονο Ελληνικό σχολείο- ιδιωτικό και δημόσιο- είναι ένας σοβαρός μηχανισμός καταστροφής της προσωπικής αξίας του κάθε ανθρώπου και της φυσικής του παρόρμησης για μάθηση, για συνεργασία, για συμμετοχή σε ομάδες. Καταστρέφει το ομαδικό πνεύμα, την δυνατότητα για συνεργασία και αλληλεγγύη. Διδάσκει ότι μόνο ο πρώτος έχει αξία. Πρέπει να είσαι πρώτος και να δουλεύεις μόνος.
Δημιουργεί ένα τεχνητό σύστημα εμποδίων στην διαδικασία της μάθησης, ώστε να πείσει τους ανθρώπους- πολλές φορές αμετάκλητα- ότι η γνώση είναι δύσκολο ν αποκτηθεί. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να γράψουν ένα απλό γράμμα γιατί κάποτε στο σχολείο τους είπαν ότι είναι ανίκανοι να το κάνουν. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να διαβάσουν τίποτα, γιατί αυτό τους φέρνει σ επαφή με την τραυματική εμπειρία της μη κατανόησης, που βίωσαν στο σχολείο, από λάθος αντιμετώπιση.
Δίνονται στα παιδιά βιβλία που έχουν γραφτεί για να τα διαβάσουν αυτοί που ήδη γνωρίζουν το αντικείμενο, δηλαδή είναι γραμμένα ως περίληψη που σημαίνει ότι για να το κατανοήσεις προϋποθέτει ότι γνωρίζεις ήδη το αντικείμενο με λεπτομέρειες. Ζητείται από τα παιδιά να μαθαίνουν απ έξω την ύλη. Για να μπορούν οι διορθωτές να διορθώνουν με τυφλοσούρτη.
Μερικές φορές σκέπτομαι ότι αυτό ίσως αποτελεί και μια βαθιά πεποίθηση των ίδιων των εκπαιδευτικών. Πιθανά και οι ίδιοι είναι άνθρωποι που φέρουν ένα τέτοιο τραύμα και κάνουν ό,τι είναι δυνατό ν αποδείξουν ότι τα κατάφεραν με την δοκιμασία που λέγεται εκπαίδευση και τώρα περιμένουν στην γωνία να κατακεραυνώσουν όλους αυτούς που δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα με το τέρας της βαρετής ύλης και της απαρχαιωμένης διδακτικής πρακτικής.