Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2022

Η καύση και ο ενταφιασμός των νεκρών στην αρχαία Ελλάδα/LIFO

Πέθαιναν συχνά οι άνθρωποι στα αρχαία χρόνια, πολύ συχνότερα παρ' ό,τι σήμερα, πέθαιναν από την πιο ασήμαντην αρρώστεια. Κάθε μέρα χάνονταν νέες γυναίκες στη γέννα ή μικρά παιδάκια, αυτά με το τίποτα, με το παραμικρό. Από τα συγκινητικότερα ευρήματα είναι τα αγγεία που απόθεταν δίπλα στα νεκρά παιδιά, σχήματα «μικκύλα», τόσα-δα, στολισμένα όμως με αιθέριες ζωγραφιές, όχι ξένες προς τον παιδικό κόσμο. Είναι σχεδόν εξακριβωμένο ότι οι Αρχαίοι Αθηναίοι δεν έκαψαν ποτέ τα σώματα των μικρών παιδιών, αλλά τα έθαβαν μέσα σε πήλινες λάρνακες.

[...]
Πρέπει, λοιπόν, να ήταν ένα σχετικά νέο έθιμο η καύση αυτών των νεκρών, αφού στη Μυκηναϊκή περίοδο ήταν γνωστό μόνο το έθιμο του ενταφιασμού.

Τι γίνεται όμως τον 6ον και τον 5ον αιώνα στην Αθήνα; Μπορούμε να ξέρουμε αν ετάφηκαν ή αν έγιναν τέφρα τα φθαρτά σώματα αθάνατων πευμάτων, όπως του Σόλωνα, του Περικλή, του Αισχύλου, του Σοφοκλή και του Ευρυπίδη, του Σωκράτη και του Πλάτωνα;

Πότε έγινε η μετάβαση προς την καύση το απέδειξαν οι ακόμη περισσότερες επιστημονικές ανασκαφές που έγιναν στις ημέρες μας στην αρχαίαν Αγορά, από την Αμερικανική Σχολή Κλασσσικών Σπουδών και στον Κεραμεικό από το Γερμανικό Ινστιτούτο. Επίμονες παρατηρήσεις των ερευνητών έκαναν φανερό, ότι από την αυγή κιόλας της πρωτογεωμετρικής εποχής, στον 11ο αιώνα πχ αρχίζει να γενικεύεται η καύση των νεκρών.

Το έθιμο επικρατεί σιγά σιγά όχι μόνο στην ηπειρωτική Ελλάδα, αλλά και στην Ιωνία, μεταφερμένο εδώ από τους Αθηναίους αποίκους. Ενωρίς, μαζί με την εύρεση των πρώτων μεγάλων γεωμετρικών αμφορέων, έγινε φανερό και τούτο: ότι οι θαυμαστές περιγραφές του Ομήρου για την καύση ηρώων και Τρωικού πολέμου είναι μετφορά στον κόσμο και στην εποχή του έπους εικόνων που είδε ο ποιητής, που εγίνονταν στις ημέρες του και δεν αποδίδουν, όπως θα απαιτούσε η ιστορική ευσυνειδησία, παλαιότερες ταφικές συνήθειες των Αχαιών. Ότι αυτοί δεν εκαίγονταν, αλλά εθάβονταν, είναι βεβαιωμένο από το πλήθος των τάφων της μυκηναϊκής εποχής, που είχαν ανακαλυφθή.

Η τελευτάια επιστημονική συζήτηση δύο αρχαιολόγων, του Ελληνοαμερικανού καθηγητού Γεωργίου Μυλωνά και του Εφόρου Ανατολ. Μακεδονίας Μανόλη Ανδρόνικου στερέωσε περισσότερο παρά εκλόνισε την πεποίθηση ότι δεν υπάρχουν βεβαιωμένες ενδείξεις για την ύπαρξη καύσης στα μυκηναϊκά χρόνια και ότι τα συμπεράσματα των ανασκαφών της Αγοράς και του Κεραμεικού μένουν ατράνταχτα: Μόνο ταφή των νεκρών συνηθιζόταν έως τον 11ον αιώνα, ύστερα από τα χρόνια αυτά αρχίζει και επικρατεί η καύση: «Με βεβαιότητα ξέρουμε ότι στον Κεραμεικό, από τα μέσα του 11ου αίωνα έως τα τέλη του 9ου αίωνα ξαναπαρουσιάζεται το έθιμου του ενταφιασμού και μέσα στον 8ον αιώνα συναντούμε την παράλληλη χρήση και των δύο τρόπων ταφής, ενώ στις αρχές του 7ου αιώνα ανανεώνεται και πάλι η προτίμηση προς την καύση του νεκρού. Η εμφάνιση του ενταφιασμού μέσα στον 8ο αιώνα συνδυάζεται από τον Κύμπλερ με άλλα στοιχεία που παρατήρησε στους τάφους της εποχής αυτής και τον κάνει να υποθέσει πως έχουμε την ενίσχυση και την ανάπτυξη παλαιών προελληνικών θρησκευτικών αντιλήψεων, ενώ η ενίσχυση του εθίμου της καύσης στις αρχές του 7ου αιώνα, με την παράλληλη εμφάνιση μεγάλων τύμβων χαρακτηρίζεται ως επανεμφάνιση του ομηρικού κόσμου (Μ.Ανδρόνικος, Ελληνικά, τόμος 17ος, Θεσσαλονίκη, 1960).

Τι γίνεται όμως τον 6ον και τον 5ον αιώνα στην Αθήνα; Μπορούμε να ξέρουμε αν ετάφηκαν ή αν έγιναν τέφρα τα φθαρτά σώματα αθάνατων πευμάτων, όπως του Σόλωνα, του Περικλή, του Αισχύλου, του Σοφοκλή και του Ευριπίδη, του Σωκράτη και του Πλάτωνα; Όταν δεν υπάρχει ρητή μαρτυρία στους συγγραφείς δεν επιτρέπεται να αποτολμηθή καμμιά υπόθεση, αφού οι αττικοί τάφοι που ανακαλύφτηκαν εβεβαίωσαν ότι υπήρχαν τότε παράλληλα η καύση, όπως και ο ενταφιασμός των νεκρών.

Εκεί που υψώνεται σήμερα το κτίριο του Μετοχικού Ταμείου, στο Σύνταγμα, ήταν άλλοτε ένας ελεύθερος περιφραγμένος χώρος, οι Βασιλικοί Σταύλοι. Στα παλαιά χρόνια τα παιδάκια των αμαξάδων, παίζοντας έσκαβαν το χώμα και έβρισκαν μικρά αρχαία κανατάκια ή ζωγραφιστά θραύσματα. Όταν από το 1926 και έπειτα έγινε η οικοδομική εκσκαφή, βιαστική και ανήλεη, κατορθώθηκε τουλάχιστο να συγκεντρωθούν τα περισσότερα ευρήματα και να γίνουν μερικές παρατηρήσεις, για τους 150, πάνω κάτω, αρχαίους τάφους που ανακαλύφθηκαν. Ανήκαν οι περισσότεροι στον 5ον αιώνα πχ και ήταν έξω από το θεμιστόκλειο τείχος, που ερχόταν από την πλατεία Συντάγματος και περνούσε μπροστά από την Παλαιά Βουλή.

Πολλοί από τους νεκρούς είχαν ταφεί μέσα σε πήλινες λάρνακες, άλλοι είχαν καεί σε πυρές. Είναι μια θλίψη για τον αρχαιολόγο να βρίσκει σπασμένα και καμένα μέσα στην πυρά, μαζί με τα κόκκαλα του νεκρού, ωραία ερυθρόμορφα αγγεία και αιθέριες λευκές ληκύθους, αυτές με αφανισμένο το επίχρισμα, άρα και τις ζωγραφιές. Έτσι είχαν θελήσει οι αρχαίοι, γιατί πίστευαν ότι τα αγγεία γίνονταν ένα με το νεκρό, που έπαιρνε μαζί του και τα αφιερώματα των σκευών του.

Κάποτε τα καμένα οστά τα φύλαγαν μέσα σ' ένα αγγείο και το έθαβαν μέσα στη γη. Εκεί βρέθηκε μια ερυθρόμορφη πελίκη (είδος αμφορέα), στολισμένη με μια έξοχη ζωγραφιά. Δύο γυναίκες κρατούν με επισημότητα τα όπλα ενός καθισμένου νέου, χωρίς άλλο του νεκρού. Σημαντική ήταν η ανακάλυψη πάνω από το αγγείο και του «σήματος» της μαρμάρινης στήλης με την επιγραφή Ηφαίστης Χίος. Έργο ενός σπουδαίου αγγειοπλάστη και ενός από τους καλλύτερους αγγειογράφους της εποχής (γύρω στα 430 πχ) ποτέ δεν υπήρξε το αγγείο στόλισμα κάποιου αρχοντικού. Προωρισμένο από την αρχή να γίνει νεκρική κάλπη, ετάφηκε, μαζί με τα θανατερά λείψανα από κάποιο νεανικό σώμα μέσα στην αττική γή, όπως τόσα άλλα όμοια αγγεία που αγλαίζουν σήμερα τα Μουσεία όλου του κόσμου.

Στον 5ον αίωνα ήταν πολύ διαδεδομένες για την υποδοχή της τέφρας και οι χάλκινες στρογγυλές κάλπες. Αδιακόσμητες καθώς είναι έχουν μια σοβαρότητα σχεδόν ιερατική. Επειδή το λεπτό, σφυρήλατο σώμα του αγγείου αφανιζόταν εύκολα μέσα στο υγρό χώμα, εφρόντισαν να φυλάνε τις κάλπες αυτές μέσα σε άλλες μεγαλύτερες από μάρμαρο και να τις σκεπάζουν μ' ένα βαρύ πώμα.

Δεν είναι εδώ ο τόπος για να εκτεθούν οι θεωρίες σχετικά με την επικράτηση σ' όλους τους ελληνικούς τόπους του εθίμου της καύσεως από τον 11ον αιώνα πχ. Η αναβίωση του εθίμου του ενταφιασμού αργότερα και ιδιαίτερα η άσκηση του στον 5ον αιώνα, παράλληλα με τη ριζωμένη πια τότε καύση των νεκρών είναι μια ακόμη απόδειξη για την ανεξιθρησκεία των Αθηναίων της βαθύτατα θρησκευτικής κλασσικής εποχής.


Θα ήταν τόσο μεγάλο αμάρτημα αν, ακολουθώντας το παράδειγμα των αρχαίων, δεχόταν η Εκκλησία η ελληνική να καλύψει με την ευλογία της την τέφρα ενός μεγάλου και θεόπνευστου γόνου της χώρας μας, του Δημήτρη Μητρόπουλου;

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Ελευθερία, το 1959. Ένα αθησαύριστο κείμενο της κορυφαίας Ελληνίδας αρχαιολόγου Σέμνης Καρούζου που ψηφιοποιείται για πρώτη φορά

Πηγή: