Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2020

Ελληνιστική Περίοδος - Η φιλοσοφία στην ελληνιστική εποχή




Η φιλοσοφία κατά τη μακρά διάρκεια των ελληνιστικών και των ελληνορωμαϊκών χρόνων υφίσταται πολλαπλούς μετασχηματισμούς. Η κρίση της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, η μακεδονική κυριαρχία, ο θάνατος του Μ. Αλεξάνδρου και το άνοιγμα στις απέραντες επικράτειες των ελληνιστικών βασιλείων και, μετά, της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας φέρνουν αλλαγές που επηρεάζουν σταδιακά τις συνθήκες παραγωγής της φιλοσοφίας, ως πεδίου στοχασμού και εκπαιδευτικών θεσμών και πρακτικής. Η φιλοσοφία ακολουθεί αυτό το γεωγραφικό άνοιγμα σε ολόκληρη τη Μεσόγειο: η Αθήνα παραμένει κέντρο της φιλοσοφίας, όμως αναπτύσσονται νέα ισχυρά κέντρα, με πρώτη την Αλεξάνδρεια, η οποία συγκεντρώνει μεγάλο μέρος της αμιγώς επιστημονικής έρευνας, και αργότερα τη Ρώμη, που ως πρωτεύουσα προσελκύει την πνευματική ελίτ της εποχής.

Στο εσωτερικό της φιλοσοφίας, οι συζητήσεις μοιάζει να γίνονται σε ένα διαρκές παρόν, σαν όλοι οι φιλόσοφοι να βρίσκονται μαζί στην ίδια πλατεία ή στο ίδιο συμπόσιο. Όμως η φιλοσοφία αποκτά πλέον ιστορία: οι διάφοροι φιλόσοφοι διεκδικούν για τον εαυτό τους ή και τις ιδέες τους όχι πρωτοτυπία αλλά παλαιότητα. Όλοι σχεδόν επικαλούνται κάποια διαδοχή ή καταγωγή από ξα κουστούς ιδρυτές Σχολών· τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, αργότερα τον Επίκουρο ή τον Ζήνωνα και, συχνότατα και για πολλούς λόγους, τον Σωκράτη. Τα ίδια τα φιλοσοφικά ερωτήματα έχουν ιστορία και όποιος τα ξαναθέτει οφείλει να λάβει υπόψη του τις πρώτες τους διατυπώσεις και τις μετέπειτα απαντήσεις. 

Ως δραστηριότητα η φιλοσοφία αποκτά πολύ πιο έντονο σχολικό προσανατολισμό: το μεγαλύτερο μέρος της γίνεται μέσα στις ειδικές φιλοσοφικές σχολές που ιδρύονται σε πολλές πόλεις, άρα είναι κάτι που κυρίως διδάσκεται με μεθοδικό τρόπο. Αυτό δίνει στη φιλοσοφία βιβλιοκεντρικό χαρακτήρα: δάσκαλος και μαθητές διαβάζουν μαζί και εξηγούν τα κείμενα των μεγάλων φιλοσόφων της δικής τους Σχολής, και αρχίζουν να γράφουν υπομνήματα στα πιο σημαντικά έργα. Υπάρχει, όμως, στα ελληνιστικά χρόνια και μια ουσιαστική αλλαγή προσανατολισμού που επηρεάζει τη φιλοσοφία. 

Όσο η αρχαία πόλις (στο πλαίσιο της οποίας ανέπτυξαν τον στοχασμό τους ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης) χάνει τη σημασία της ως πηγή και μέτρο των αξιών και επιβάλλεται η ισχύς των μεγάλων κρατών (των βασιλείων), ο πολίτης νιώθει ότι τα κοινά αποφασίζονται χωρίς τη συμμε τοχή του, ότι η εξουσία έχει εκχωρηθεί στον μονάρχη, ότι η γνώση έχει σπάσει σε κομμάτια απρόσιτα σε όλους. Τι μένει στο άτομο; Πού θα βρει κάπου να στηριχθεί, για να μπορέσει να ζήσει μια αξιοπρεπή ζωή και να καταφέρει να ευτυχήσει, όσο αυτή κρατά; Σε τέτοιες αγωνίες προσπαθούν να απαντήσουν οι καινούργιες φιλοσοφικές σχολές που ιδρύονται, με πιο σημαντικές τον επικούρειο Κήπο και τη Στοά. Θέλουν να προχωρήσουν πέρα από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, που τους εγκαλούν ότι κατασκεύασαν θεωρητικά σχήματα για να ερμηνεύσουν την πραγματικότητα αλλά κατέληξαν να τα θεωρούν πιο αληθινά από αυτήν. Έτσι, ενώ οι σχολές αυτές συνεχίζουν να καλλιεργούν τη φυσική ή τη λογική (οι Στωικοί), η στόχευσή τους είναι κυρίως πρακτική: η θεμελίωση της ηθικής και η κατάκτηση της εὐδαιμονίας, του τελικού σκοπού της ανθρώπινης ζωής. Παρά τις διαφορές Επικουρείων και Στωικών, είναι φανερός και κοινός ο πρακτικο­ηθικός προσανατολισμός της φιλοσοφίας. Η εναλλακτική πρόταση ζωής που προβάλλουν οι ελληνιστικές σχολές γνωρίζει μεγάλη επιτυχία, καθώς ανταποκρίνεται στις ανάγκες του ανθρώπου.

Μόνος εγγυητής, λοιπόν, για τον άνθρωπο μένει ο ίδιος του ο εαυτός. Γιατί, τι άλλο είναι δικό του; Η ιδιοκτησία; Οι συγγενείς και οι φίλοι; Οι γνωριμίες και η φήμη; Τίποτε από όλα αυτά, γιατί τίποτε από αυτά δεν εξαρτάται από εμάς. Επομένως, καλύτερα να δείχνουμε αδιαφορία προς τα εξωτερικά αγαθά, που δεν μπορούμε να τα εξασφαλίσουμε εύκολα· και να μην φανταζόμαστε ιδανικές πολιτείες, ούτε να αναλύουμε ποιο είναι το καλύτερο πολίτευμα, όπως έπραξαν ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης. Η αλλαγή που χρειάζεται ξεκινά από το ίδιο το άτομο –αυτό είναι, εξάλλου, το σωκρατικό δίδαγμα. Ό,τι χρειάζεται το άτομο, ψάχνει και το βρίσκει στον εαυτό του. Σ’ αυτόν μπορεί να στηρίξει τη ζωή του, αυτόν επιμελείται, σ’ αυτόν λογοδοτεί. Τα ιδεώδη που προβλήθηκαν από τη φιλοσοφία δείχνουν τον ατομοκεντρικό χαρακτήρα των σκοπών της: αυτάρκεια, αταραξία, απονία, αδιαφορία. Ο ατομικισμός θα συμβαδίσει με έναν νεοεμφανιζόμενο κοσμοπολιτισμό. Ο τόπος, η κατοικία του ανθρώπου δεν είναι ο γενέθλιος τόπος του: ακόμη κι αν έχασε την πατρίδα του, ακόμη κι αν εξορίστηκε, παρηγορείται μ’ έναν καινούργιο τρόπο: το να μην έχει πατρίδα είναι το ίδιο με το να έχει πατρί δα όλο τον κόσμο. «Πατρίδα μου δεν είναι κάποιος πύργος ή κάποια στέγη. / Ολόκληρη η γη είναι πολιτεία και οικία / έτοιμη να στεγάσει τη ζωή μας», γράφει ο Κράτης (365­285 π.Χ.). Αυτή η αναγωγή σε μια παγκόσμια πολιτεία ή στο σύμπαν μερικές φορές καθησυχάζει και παρέχει το αναγκαίο αίσθημα ασφάλειας, νοηματοδοτεί μια ζωή που κυριαρχείται από το αίσθημα της αγωνίας, της προσωρινότητας, της ανεστιότητας.


Μέχρι το τέλος της αρχαιότητας η φιλοσοφία είναι παρούσα, αλλά είναι πια πολύ διαφορετική από την πρώτη της εμφάνιση τον 6ο αι. π.Χ. Έχει διαλεχθεί, έχει συμβιώσει και έχει επηρεάσει τους χριστιανούς στοχαστές, που έμμεσα την καθιστούν σημαντικό παράγοντα κατά τη διαμόρφωση του θρησκευτικού δόγματος. Με τον νεοπλατωνισμό η φιλοσοφία σχεδόν γεφυρώνει το χάσμα της με τη θρησκεία, καθώς αναβαθμίζει τον ρόλο του μυστικιστικού στοιχείου, ενώ δεν αρκείται στην κατανόηση του σύμπαντος, αλλά επιθυμεί να συμβάλει στην ένωση της ανθρώπινης ψυχής με το Εν και στη σωτηρία της. Με έναν πιο πνευματικό τρόπο η φιλοσοφία παραμένει τρόπος ζωής. Η φιλοσοφία στην αρχαιότητα δεν πραγματώνεται μόνο στα μεγάλα φιλοσοφικά συστήματα του Πλάτωνα ή του Αριστοτέλη και στις εξειδικευμένες τεχνικές πραγματείες περί λογικής ή γνώσης, αλλά προχωρεί και χάρη στον έμπρακτο και κατορθωμένο φιλοσοφικό βίο –ενίοτε σχεδόν ταυτίζεται μαζί του. Είναι μία αἵρεσις βίου.

Πηγή: Φάκελος Υλικού Αρχαία Γ' Λυκείου