Ο Περικλής Γιαννόπουλος αυτοκτόνησε το 1911, αν δεν κάνω λάθος, έφιππος στα νερά του Σκαραμαγκά. Στο στόμα του κρατούσε δαγκωμένο ένα δεκάλεπτο για τον ναύλο του Χάροντα. Ώς την τελευταία στιγμή του ακολούθησε την πίστη μιας ολόκληρης ζωής, την άκρατη ελληνολατρία του που τον οδήγησε να καταδικάζει ό,τι «δυτικό» και «βόρειο» στον κόσμο αυτόν. Τα λίγα κείμενα που άφησε, γραμμένα στο αριστουργηματικό παραληρηματικό του ύφος, ενέπνευσαν πολλούς από τους δημιουργούς της γενιάς του '30.
Ο Ιων Δραγούμης δολοφονήθηκε από έναν οπαδό του Βενιζέλου στο πεζοδρόμιο της Λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας, όπου και το μνημείο αφιερωμένο στη μνήμη του, το οποίο οι σημερινοί περαστικοί προσπερνούν αδιάφορα. Ως πρόξενος στο Μοναστήρι είχε προετοιμάσει τον Μακεδονικό Αγώνα. Αν και ορκισμένος αντίπαλος του Βενιζέλου, ο μεγάλος ηγέτης, όταν πληροφορήθηκε τη δολοφονία του, είπε πως «αν όλοι οι αντίπαλοί μου ήταν σαν τον Δραγούμη, η Ελλάδα θα ήταν διαφορετική» - τσιτάρω από μνήμης. Αφησε μερικά μέτρια μυθιστορήματα, κείμενα που μοιάζουν περισσότερο με εθνικιστικά παμφλέτα, και άφθονες σελίδες ημερολογίου - κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ερμής. Στο ημερολόγιό του ο αναγνώστης βρίσκει μερικές από τις ωραιότερες εκδοχές του ελληνικού πεζού λόγου. Συγκρατώ, και πάλι από μνήμης, την ομολογία του ότι στη Μακεδονία πήγε για να σώσει τον εαυτό του
Πρόσωπα μιας άλλης Ελλάδας η οποία δεν υπάρχει πια; Ομως, αν αναφέρομαι σ' αυτούς είναι γιατί, πολλές δεκαετίες αργότερα, θεωρήθηκαν ως ιδεολογικοί ταγοί του εθνικισμού. Ως στυλοβάτες της άκρατης ελληνοπρέπειας τους οικειοποιήθηκε η σύγχρονη Ακροδεξιά όποτε αποπειράθηκε να υπερασπιστεί με ιδεολογικά ερείσματα την πολιτική της δράση. Δεν ξέρω πώς τους αντιμετωπίζουν οι σύγχρονοι εκπρόσωποι της εθνικιστικής Ακροδεξιάς, αυτοί που κατέλαβαν από προχθές τα 18 έδρανα στο Κοινοβούλιο. Αν τους ξέρουν, εννοείται, και αν έχουν μπει στον κόπο να διαβάσουν έστω και μερικές σελίδες από τα κείμενά τους. Ισως, αν μη τι άλλο, θα είχαν ελαφρώς καλλιεργήσει και την εκφορά του ελληνικού λόγου τον οποίο προσπαθούν να μιμηθούν, συνήθως ανεπιτυχώς.
Τοιούτοι έπρεπε ημίν αρχιερείς. Οπως και στους υπόλοιπους τομείς, έτσι και σ' αυτόν. Η Ελλάδα, πριν χάσει τον παιχνίδι στην οικονομία, έχασε τον εαυτό της, την όποια παιδεία της, την όποια ποιότητα κουβαλούσε στα υλικά της. Διότι η σημερινή Ακροδεξιά, με τις εθνικοσοσιαλιστικές της αναφορές και μια αντίληψη για την Ελλάδα που κυκλοφορούσε πάντα στα πιο λούμπεν στοιχεία της κοινωνίας της, σίγουρα δεν δικαιούται να αναζητεί τις καταβολές της στον πατριωτισμό της παράδοσής μας. Οπου πατριωτισμός, κατά τον Οργουελ, είναι η αγάπη για έναν τόπο και έναν τρόπο ζωής, ό,τι υπερασπίστηκαν και ο Γιαννόπουλος και ο Δραγούμης. Και ο πατριωτισμός δεν είναι ποτέ επιθετικός.
Εναρμονισμένη με τις συντεταγμένες μιας κοινωνίας που καταρρέει επειδή έχασε τις αξίες της, η σημερινή Ακροδεξιά εκπροσωπεί τον χειρότερο εαυτό μας, τον τραμπούκο, τον χαφιέ, τον άξεστο χωροφύλακα, τον συνεργάτη των Γερμανών, τον λούμπεν εθνικισμό της καραβάνας. Κομίζω γλαύκα εις Αθήνας, θα μου πείτε. Απλώς επισημαίνω ένα ακόμη σύμπτωμα της βαθιάς μας αρρώστιας, της θεσμοθετημένης μας αμορφωσιάς.