Σάββατο 14 Ιουλίου 2012

Yannis Ritsos, Symphonie du Printemps I

Je quitterai
le blanc sommet enneigé
qui réchauffait d'un sourire nu
mon infini isolement.

Je secouerai de mes épaules
la cendre dorée des astres
comme les moineaux
secouent la neige
de leurs ailes.

Ainsi un homme, simple et intègre
ainsi tout joyeux et innocent
je passerai
sous les acacias en fleurs
de tes caresses
et j'irai becqueter
la vitre rayonnante du printemps.

Je serai l'enfant doux
qui sourit aux choses
et à lui-même
sans réticence ni réserve.

Comme si je n'avais pas connu
les fronts mornes
des crépuscules de l'hiver
les ampoules des maisons vides
et les passants solitaires
sous la lune
d'Août.

Un enfant.
 
Εαρινή συμφωνία (I)
Θ’ ἀφήσω
τὴ λευκή χιονισμένη κορυφή
πού ζέσταινε μ’ ἕνα γυμνό χαμόγελο
τήν ἀπέραντη μόνωσή μου.

Θά τινάξω ἀπ’ τούς ᾤμους μου
τὴ χρυσή τέφρα τ ῶ ν ἂστρων
καθώς τα σπουργίτια
τινάζουν το χιόνι
ἀπ’ τα φτερά τους.

Ἔτσι σεμνός ἀνθρώπινος ἀκέριος
ἔτσι πασίχαρος κι ἀθῶος
θά περάσω
κάτω ἀπ’ τ ίς ἀνθισμένες ἀκακίες
τῶν χαδιῶν σου
καί θά ραμφίσω
τ πάμφωτο τζάμι τοῦ ἔαρος.

Θά ‘μαι τ γλυκό παιδί
πού χαμογελάει στά πράγματα
καί στόν ἑαυτό του
χωρίς δισταγμό καί προφύλαξη.

Σά νά μή γνώρισα
τά χλωμά μέτωπα
τῶν χειμωνιάτικων δειλινῶν
τίς λάμπες τῶν ἄδειων σπιτιῶν
καί τούς μοναχικούς διαβάτες
κάτω ἀπ’ τή σελήνη
τοῦ Αὐγούστου.

Ἕνα παιδί.